Μεγάλη Αλμυρή Λίμνη

Μεγάλη Αλμυρή Λίμνη
(Great Salt Lake). Αλμυρή και αβαθής λίμνη (περ. 4.403 τ. χλμ.) των ΗΠΑ. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της πολιτείας Γιούτα, στους πρόποδες της οροσειράς Γουόσατς και σε μέσο υψόμετρο 1.280 μ. Η επιφάνειά της αυξομειώνεται κατά καιρούς. Η Μ.Α.Λ. αποτελεί το κατάλοιπο μιας πολύ μεγαλύτερης λίμνης (Μπόνεβιλ), που υπήρχε εκεί στις αρχές της τεταρτογενούς περιόδου του καινοζωικού. Η λίμνη έχει μέγιστο βάθος 18,60 μ. και ποσοστό αλμυρότητας 20-27%. Τροφοδοτείται από τα νερά των ποταμών Βέμπερ, Τζόρνταν και Μπέαρ. Στη λίμνη υπάρχουν πολλά μικρά νησιά, το μεγαλύτερο από τα οποία ονομάζεται Αντιλόπη και αποτελεί προστατευόμενη περιοχή για αρκετά είδη ζώων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • λίμνη — Φυσική κοιλότητα (λεκάνη) της επιφάνειας της Γης, γεμάτη γλυκό ή υφάλμυρο νερό. Όταν μια λ. έχει δημιουργηθεί από την τεχνητή απόφραξη μιας κοιλάδας με φράγμα, τότε ονομάζεται τεχνητή λ. Τα περισσότερα χαρακτηριστικά των λ. (βάθος, αλμυρότητα… …   Dictionary of Greek

  • Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… …   Dictionary of Greek

  • Βορειοαμερικανικές Κορδιλιέρες — Ο όρος κορδιλιέρα, που χρησιμοποιείται γενικά για να χαρακτηρίσει μακρές οροσειρές παράλληλες μεταξύ τους, χρησιμοποιείται στη Βόρεια Αμερική για ολόκληρη την ορεινή περιοχή που ορίζεται από τις οροσειρές της Αλάσκα, των Βραχωδών Ορέων και της… …   Dictionary of Greek

  • νάτριο — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Na. Ανήκει στην πρώτη ομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, στην υποομάδα των αλκαλικών μετάλλων, έχει ατομικό αριθμό 11 και ένα σταθερό ισότοπο. Είναι πολύ διαδεδομένο στη φύση, ποτέ όμως σε ελεύθερη κατάσταση …   Dictionary of Greek

  • Γιούτα — (Utah). Πολιτεία (219.888 τ. χλμ., 2.233.169 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ, στο κεντροδυτικό τμήμα της χώρας, στην περιοχή των υψιπέδων που περιλαμβάνονται ανάμεσα στις Βορειοαμερικανικές Κορδιλιέρες. Συνορεύει με τις πολιτείες, στα Β του Αϊντάχο και του …   Dictionary of Greek

  • Σολτ Λέικ Σίτι — (Salt Lake City). Πόλη (περ. 159.936 κάτ.) των ΗΠΑ, πρωτεύουσα της πολιτείας Γιούτα. Είναι χτισμένη σε βαλτώδη επιχώματα στην κοιλάδα του ποταμού Τζόρνταν, σε μικρή απόσταση από τη Μεγάλη Αλμυρή λίμνη. Στα ανατολικά της περιοχής δεσπόζει η… …   Dictionary of Greek

  • Φρίμοντ, Τζον Τσαρλς — (Fremont, Σαβάνα, Τζόρτζια 1813 – Νέα Υόρκη 1890). Αμερικανός εξερευνητής και πολιτικός. Ήταν τοπογράφος μηχανικός του πολεμικού ναυτικού και οργάνωσε μια αποστολή στα Βραχώδη όρη (1842), κατά τη διάρκεια της οποίας έφτασε στο σπουδαίο πέρασμα… …   Dictionary of Greek

  • Καζακστάν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Καζακστάν Παλαιότερη ονομασία: Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζακστάν (1925 91) Έκταση: 2.717.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 16.741.519 (2002) Πρωτεύουσα: Αστάνα (319.300 κάτ. το 1999)Κράτος της κεντρικής Ασίας.… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”